Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Η φωτογραφία

Η θεία μου (αδελφή του μπαμπά μου) και ο θείος μου.
Έμεναν δίπλα μας. Μαζί με τα παιδιά τους (δύο αγόρια) μεγάλωσα, σκαρφαλώνοντας στις δαμασκηνιές του κήπου (είχαμε το προνόμιο να έχουμε μεγάλη αυλή), παίζοντας καρφωτό στο χώμα (ένα παιχνίδι με αιχμηρό αντικείμενο που σημαδεύεις κουτάκια σε βρεγμένο πατημένο χώμα και τα διεκδικείς), μπίλιες, πόλεμο, κρυφτό και κυνηγητό πηδώντας από ορόφους γιαπιών, ξετρυπώναμε σκουλήκια, πηγαίναμε κρυφά στο γκρεμό (επικίνδυνο και απαγορευμένο μέρος), χτίζαμε κάστρα και σκάβαμε τάφρους με νερό και γέφυρες από κλαδάκια, κρύβαμε ινδιάνους στα χόρτα, διαβάζαμε Μπλέηκ και Όμπραξ, στήναμε ολόκληρες αυτοσχέδιες σκηνές με ξύλα και κλαδιά και μπαίναμε μέσα, μαζεύαμε πυγολαμπίδες σε βαζάκια, κάναμε πειράματα με μύγες, μαθαίναμε τις γάτες...

Πρώτα πέθανε ο θείος μου.
Η θεία μου μαράζωσε μετά από αυτό. Δεν μπόρεσε να το αποδεχτεί. Όλο για εκείνον μίλαγε. Επιδεινώθηκε και το ζάχαρο... Έχει κανένα χρόνο που την αποχαιρετήσαμε κι αυτήν.

Μπαίνω στο άδειο σπίτι. Τα κεραμίδια στάζουν και έχει μια μυρωδιά μούχλας και κλεισούρας. Τα έπιπλα και τα αντικείμενα της θείας μου εκεί.
"Να πάρουμε, λέει η μάνα μου, ό,τι θέλουμε γιατί θα το κατεδαφίσουν".
Σε λίγο φεύγει και μένω μόνη.

Σε μια στοίβα πεταμένα χαρτιά στο πάτωμα μια ολόκληρη ζωή. Ληξιαρχικές πράξεις, εκλογικά βιβλιάρια, έγγραφα του 1960... Τα άχρηστα πια δημόσια πιστοποιητικά της ύπαρξής μας σ' αυτόν τον κόσμο. Ελαφρώς υγρά από το ταβάνι που στάζει. Το χιόνι δέκα πόντους ακόμα στα κεραμίδια και παγωμένο έξω στους δρόμους. Πολύ κρύο. Τα δάχτυλά μου παγώνουν. Ξεχωρίζω τα πιο σημαντικά και τα βάζω στην άκρη. Κειμήλια μια ζωής. Όπως και το παλιό ξύλινο σκαλιστό κρεβάτι που κάποιος παλαιοπώλης θα το 'βρισκε αξιόλογο.

Βιάζονται να γκρεμίσουν την μικρή μονοκατοικία όμως άρον-άρον. Θέλουν να φτιάξουν μια μοντέρνα μεζονέτα για να έρθουν να μείνουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Το γκρέιτερ θα τα ισοπεδώσει όλα. Όλα; Μαζί και την μεγάλη φωτογραφία του γάμου του θείου και της θείας μου που τόσα χρόνια στεφανώνει το κρεβάτι τους; Μα, είναι δυνατόν να την άφησαν εκεί τα ξαδέρφια μου; Το θεωρώ ιεροσυλία να την λειώσει το γκρέιτερ.



Ψαχουλεύοντας την ξεχνώ. Τα ευρήματα όχι πολλά. Κυρίως καλά πράγματα για να δοθούν αλλού που τα έχουν ανάγκη, γιατί είναι κρίμα να καταστραφούν. Ούτως ή άλλως τα ξαδέρφια μου πήραν ό,τι ήθελαν.

Με τα χέρια γεμάτα, κλειδώνω πίσω μου και φεύγω. Στο πατρικό μου θυμάμαι την παλιά φωτογραφία. Τα πόδια μου ξανατρίζουν πάνω στο παγωμένο χιόνι του δρόμου.
Ακόμη κι αν δεν την θέλουν τα ξαδέρφια μου δεν μπορώ να την αφήσω παρανάλωμα στην κατεδάφιση. Θα 'ναι ασέβεια στη μνήμη τους. Ανεβαίνω με δισταγμό (μη λερώσω τάχα το στρώμα;) με τα παπούτσια πάνω στο κρεβάτι, κόβω την κορδέλα που είναι κρεμασμένη και παίρνω την παλιά σκονισμένη κορνίζα στα χέρια μου.



(Οι παρόμοιες φωτογραφίες με αυτήν της θείας μου είναι άσχετες και τις βρήκα στο διαδίκτυο)



.

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Μηδενισμός και Βία

Δυστυχώς δεν πρόλαβα από την αρχή (κι αυτό στην τύχη) την εκπομπή της ΕΡΤ3 με τον Στέλιο Ράμφο.
Νομίζω όμως ότι είδα αρκετά για να καταλάβω τις θέσεις του και την "εργασία" του (όπως ονομάζει την άποψή του-χωρίς να θεωρηθεί θέσφατη όπως δήλωσε), για το κοινωνικό φαινόμενο του μηδενισμού και της βίας των τελευταίων ημερών.

Ο κ. Ράμφος υποστηρίζει ότι η βία οφείλεται στην συσσωρευμένη αρνητικότητα (δίχως διέξοδο) των πολιτών από τα χρόνια της μεταπολίτευσης και μετά (19987-90 και μετά).
Αυτή η αρνητικότητα οφείλεται στην μη ύπαρξη παραγωγής ουσιαστικού πολιτισμού από έναν πολιτικό κόσμο που για το μόνο που νοιάζεται είναι η εκμηδένιση και η κατατρόπωση των θέσεων του αντιπάλου κόμματος, χωρίς την συμπληρωματική πολιτική που θα οδηγούσε τα κόμματα να προσπαθούν να γίνονται το ένα καλύτερο από το άλλο, σε μια ανταγωνιστική δημιουργική άμιλλα.

Όπως είπε ο κ. Ράμφος, μετά την μεταπολίτευση, ο Καρμανλής αποκατέστησε το πολιτικό σκέλος επαναφέροντας την δημοκρατία στην χώρα, ο Παπανδρέου το κοινωνικό σκέλος με την εξισορρόπηση της ένταξης στην κοινωνία των πολιτικά διωκόμενων, αλλά οι μετέπειτα πολιτικοί αναμασούν και επιμηκύνουν τα ήδη κεκτημένα όσο δεν πάει άλλο, μη προσφέροντας τίποτε ουσιαστικό, εκτός από άγονες μηδενιστικές κόντρες και ατέρμονες συζητήσεις στα παράθυρα.

Μέχρι την μεταπολίτευση υπήρχε μια συλλογική κοινωνική δομή. Από κει και μετά όμως ο νεωτερικός άνθρωπος άρχισε να μπαίνει σε μιαν ατομικότητα, που αναπόφευκτα τον ώθησε να διασταλεί ψυχικά. Αυτή η ψυχική διαστολή τον έκανε να ζητήσει την κοινωνική ενοποίηση, που όμως δεν μπορούσε να του παρέχει η πολιτική δομή της χώρας μας, λειτουργώντας δικομματικά και διχαστικά, ενώ η βασική κοινωνική δομή ήταν στηριγμένη στον "αρνησίκοσμο μυστικισμό της Ορθοδοξίας".
Έτσι η κοινωνία άρχισε να συσσωρεύει αρνητισμό, που κάποια στιγμή ηλεκτροδοτήθηκε από τον φόνο του 15χρονου και εξερράγει με τα γνωστά αποτελέσματα οργής.

Η πολιτική δομή της χώρας μας αφοσιωμένη στο διχαστικό έργο της, αποξένωσε το "αίσθημα" από τις παροχές της. Όπως είπε παραδειγματικά: Τι να κάνουμε ένα σύστημα που στηρίζεται σε θεσμούς, στερώντας όμως την αξιοπρέπεια από τους πολίτες του; ή λίγο αργότερα: Τι να κάνουμε μια παιδεία που ενδιαφέρεται μόνο να παράγει κάποιο έργο χωρίς να την νοιάζει ο τρόπος και αν αυτό προκαλεί πλήξη στους μαθητές;
Οι πολίτες αισθάνονται πια προδομένοι και εγκαταλελειμμένοι, ενώ έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην διακυβέρνηση της χώρας.

Προσπαθώντας να βρει κάποιο φως, μια ελπίδα στην μαυρίλα των ημερών, ο κ.Ράμφος μίλησε για την ανάγκη μιας ουσιαστικής και βαθύτατης αλλαγής, με την αφορμή όλων αυτών των γεγονότων.
"Πλέον ο άνθρωπος έχει χρέος να καταστρέψη όλες τις πεπερασμένες μορφές που τον χωρίζουν από την ελευθερία του."

Ο ψυχισμός του Έλληνα είναι διαφορετικός από των υπόλοιπων Ευρωπαίων, γιατί στηρίζεται πολιτισμικά σε μια θρησκεία που αποκλείει τον κόσμο ως πειρασμό, ως αμαρτωλό ("αρνησίκοσμος") που τον αποτρέπει από την σωτηρία, κρατώντας τον έτσι μακριά από τα ορμέφυτα της φύσης του και γεμίζοντάς τον με ενοχικά συμπλέγματα.
Όχι ότι ασχολείται κάποιος ενσυνείδητα με την θρησκεία, αλλά όλες αυτές οι καταβολές, μέσω του τρόπου ζωής, καταγράφονται ασυνείδητα στο υποσυνείδητό του και είναι καθοριστικές για τον ψυχισμό του.
Από την άλλη όμως, έχει τον χαρακτήρα του "υπερβατικού", γιατί μέσα από την τυπολατρεία ο κόσμος πιστεύει ότι φτάνει στην εσωτερικότητα και τα ψυχικά επιτεύγματα ενός ασκητή.

Θεωρεί, λοιπόν, ότι ήρθε ο καιρός να βγάλουμε από πάνω μας το βάρος του "Έλληνα" που μας δυναστεύει κοινωνικά και ψυχικά εδώ και αιώνες, κάτι που οι καθολικοί διείδαν εδώ και πολλά χρόνια πριν και προσπάθησαν να αποβάλλουν.
"Ως γνωστόν η ανατολική χριστιανική παράδοσι αρνείται στον ασκητικό πυρήνα της τον πολιτισμό, αφού θέλει να σώζεται ο άνθρωπος εκτός κόσμου. Αντιθέτως η δυτική χριστιανοσύνη άρχισε τον 12ο αιώνα να συμφιλιώνεται με τον φυσικό κόσμο και να περιλαμβάνει στα μέσα για την εξύψωση του ανθρώπου τον παράγοντα του πολιτισμού."

Πρέπει, λοιπόν, ο πολιτικός κόσμος να καταλάβει το βάθος του προβλήματος και να στραφεί μέσα από κοινωνιολογικές μελέτες, προς τον ψυχισμό του Έλληνα, προσφέροντας και παράγοντας πολιτισμό μέσω της διακυβέρνησης κι όχι ξερά νούμερα και ποσοστά "επιτευγμάτων".
Πολιτισμό όμως, με βάση τις ελληνικές ανάγκες κι όχι μιμητισμό από ξένα εισαγόμενα πρότυπα (που μπορεί να αξίζουν για την χώρα στην οποία παράγονται, είναι άχρηστα όμως για την ιδιοσυγκρασία και την ιδιομορφία του Έλληνα), για να μπορέσει έτσι να δώσει, μέσα από την δημιουργικότητα, τον θετικισμό στη ζωή μας που θα καλύψει τα κενά του αρνητισμού και του μηδενισμού."
Γιατί (όπως τόνισε), ο Φίχτε έδωσε νέο ορισμό στην αντίληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας, ως παράγοντα που εξαρτάται από την άπειρη βούληση του υποκειμένου.
"Ο νεώτερος μηδενισμός γεννιέται όταν με τον Φίχτε ο Λόγος αρχίζη να παράγεται από ένα απόλυτο υποκείμενο του οποίου η άπειρη βούλησι ακυρώνει την αντικειμενική πραγματικότητα, που τόσο τιμούσε ο Διαφωτισμός."

Κάπως έτσι κατάλαβα περίπου τα όσα λέχθηκαν και θα ενταχθούν (ελπίζω) στην υποσυνείδητη νοητική μου λειτουργία ανάλυσης και διεργασίας, για την διεξαγωγή περαιτέρω προσωπικών συμπερασμάτων, που είναι ακόμα πάρα πολύ νωρίς να παραθέσω για να εκφράσω και τη δική μου γνώμη.

Μακάρι, πάντως, να υπήρχαν πιο συχνά τέτοιες εκπομπές, με τέτοιους καλεσμένους και τέτοιους προβληματισμούς.
Μπράβο και στον κ. Σαββίδη που αφήνει τον ομιλητή να αναπτύξει την άποψή του και δεν τον διακόπτει, ούτε τον αποσπά και τον αποπροσανατολίζει, όπως κάνουν συνήθως άλλοι δημοσιογράφοι που διακόπτουν συνεχώς τον ομιλητή τους ακραίως εκνευριστικά (για μας τους ακροατές), πριν ολοκληρώσει αυτό που θέλει να πει.

Παραθέτω και το σχετικό άρθρο του κ. Ράμφου από την Καθημερινή:

***************************************************************************************************************

Το μηδέν σαν μακρόβιος επιθανάτιος ρόγχος
του Στέλιου Ράμφου


Από τις στάχτες της Αθήνας και των άλλων πόλεων της χώρας γεννιέται ένα ερώτημα: Πώς τόσος μηδενισμός σήμερα στην «ευρωπαϊκή» Ελλάδα; Θα ήταν εύκολη η απάντησι, εάν η ιστορία ακολουθούσε προκαθωρισμένα σχήματα• δεν ακολουθεί και γι’ αυτό τα γεγονότα αποκτούν διαστάσεις όχι τόσο αφ’ εαυτών, όσο από συνδυασμούς απείρων μικρών λόγων, που συγκυριακά τους προσδίδουν μοναδικότητα. Ολα παίζονται στην δυνατότητα ενεργοποιήσεως υφισταμένων κοινωνικοπολιτισμικών πλαισίων με τρόπο απροσδόκητο, στον τύπο αληθείας που αναδεικνύομε, ώστε να ξεγυμνώσουμε την κρατούσα «αλήθεια» και «λογική». Εξ ου και ενώ τα γεγονότα επιστρέφουν, η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Επομένως δεν σκοπεύω να καταθέσω την «γνώμη» ή «άποψί» μου περιγράφοντας τα διατρέξαντα των τελευταίων ημερών• με ενδιαφέρει η σκέψι να διασώζη τον ζητητικό χαρακτήρα και την ενέργεια που θα ευρύνη τον ορίζοντά τους με νέες δυνητικές προοπτικές.
Αιφνιδιασμένες από τις διαστάσεις που έλαβε ο θάνατος του άτυχου μαθητή σε όλη την επικράτεια, η κοινή γνώμη, η κυβέρνησι, οι πολιτικές ηγεσίες, η ηγεσία του αστυνομικού σώματος, ακόμη προσπαθούν να καταλάβουν. Το μέγεθος της μαθητικής εξεγέρσεως είναι τόσο μεγάλο, ώστε και αυτές οι αντιεξουσιαστικές κινήσεις να δηλώνουν επίσημα ότι δεν πρωτοστάτησαν. Το φαινόμενο δεν ανταποκρίνεται στη συνήθη αντιπολιτευτική πρακτική, οπότε δεν ερμηνεύεται με τα διαθέσιμα αναλυτικά εργαλεία. Αμηχανία και ανησυχία έχουν καταλάβει τους αρμοδίους παράγοντες, ενώ οι δυστυχείς καταστηματάρχες μετρούν αλαφιασμένοι τις ζημιές.

Να καταλάβουμε
Πώς να κατανοήσουμε την εκδικητική βία που απλώθηκε με ταχύτητα πυρκαγιάς και πρωταγωνιστές χιλιάδες θυμωμένα παιδιά ηλικίας 8 έως 18 ετών; Η εξήγησι χρειάζεται όχι τόσο πολιτικούς όρους όσο ποιητικούς και ψυχολογικούς, οι οποίοι τηρουμένων των αναλογιών, μου θυμίζουν τον γαλλικό Μάη του 1968. Τότε η δυσφορία των φοιτητών για ένα πανεπιστήμιο και μια κοινωνία που βυθίζονταν στο τέλμα των αρτηριοσκληρωτικών τους δομών εκφράσθηκε με καταλήψεις και οδοφράγματα, των οποίων η συμβολική ξεσήκωσε αλληλέγγυα το κοινό αίσθημα. Η απωθημένη στις ψυχές και συμβιβασμένη με τα στερεότυπα του αποπετρωμένου συστήματος δυσφορία εκλύθηκε δημιουργικά χάρι στους «λυσσασμένους» φοιτητές του «Κινήματος της 22ας Μαρτίου». Οι φοιτητές αυτοί, χωρίς να το συνειδητοποιούν, έδωσαν συμβολική μορφή στο ζωτικό αίτημα για ουσιαστικότερη δημοκρατία και το εξέπεμψαν χρησιμοποιώντας την παλιά γλώσσα για νέα πράγματα. Για την ακρίβεια «σκηνοθέτησαν» το σχήμα της αντιστάσεως στην κρατική βία στο πνεύμα του προτάγματος μιας συμμετοχικής πολιτείας, προσφέροντας στους πολίτες την δυνατότητα να εξωτερικεύσουν την απωθημένη δυσφορία τους θετικά στο πλαίσιο ενός πλατύτερου νοήματος. «Σκηνοθεσία» και «παράστασι» είχαν στην πνοή τους τέτοια δύναμη, ώστε το σύστημα να χάση την ηθική του νομιμοποίησι και να παραλύση μαζί με τους μηχανισμούς καταστολής και η ιστορία να λήξη με «συμβόλαιο» ενεργού συμμετοχής των πολιτών στο κοινωνικό γίγνεσθαι και ελευθερωτική ανατροπή του ήθους της καθημερινότητος.

Στην δική μας περίπτωσι ο εκρηκτικός μηχανισμός ήταν παρόμοιος αλλά το μήνυμα και ο συμβολισμός του μηδενιστικός. Η είδησι ότι αστυνομικός σκότωσε στα Εξάρχεια ένα γυμνασιόπαιδο λειτούργησε σαν θρυαλλίδα στις ψυχές των μαθητών ξυπνώντας πολύ σκοτεινά ένστικτα για να βγουν σαν προτάσεις. Τα σημερινά παιδιά πιέζονται ασφυκτικά για επιδόσεις χωρίς αντίκρυσμα, το δε μέλλον τους κρίνεται από μια πολιτεία στα μάτια τους ανυπόληπτη, καθώς η ανικανότητα επιβραβεύεται θρασύτατα και η ατιμωρησία βασιλεύει, την αξία αποφασίζουν οι προσωπικές σχέσεις, η δε ζωή αδειάζει από νόημα και κρύβει το κενό πίσω από αστραφτερές βιτρίνες. Η Εκκλησία βουλιάζει σε δεινή πνευματική παρακμή, η Δικαιοσύνη έχει στους κόλπους της κυκλώματα, οι συνδικαλιστές χρησιμοποιούν τα δικαιώματα με τη λογική της διαλύσεως, τη στιγμή που αποτελούν ευκαιρίες αυτοσυνειδησίας, ενώ η διαφθορά ως επηρμένη ευτέλεια καγχάζει μνησίκακα και μας θέλει όλους ίδιους.

Ταυτίσθηκαν με τον μαθητή
Σ’ αυτό το κλίμα ο σπαρακτικός θάνατος έλαβε στις ψυχές των μαθητών συμβολικές διαστάσεις. Αναγνώρισαν ταυτιστικά τον δικό τους θάνατο σαν στερημένη ελπίδα, πράγμα που ενεργοποίησε εκρηκτικά μέσα τους την αγωνία του μηδενός και γύρισε το αίσθημα της αδυναμίας σε βουβή εκδικητική μανία, οπότε άρχισαν να σπάζουν τις βιτρίνες των καταστημάτων και να πυρπολούν τις τράπεζες σαν εμβλήματα μιας ζωής που εννοεί εκ συστήματος να οδηγή ευνουχιστικά σε απορριπτικές συγκρίσεις. Η αγωνία τους απλώθηκε ασυγκράτητα σαν τιμωρός φωτιά στους δρόμους και στις πλατείες των Αθηνών, συμπαρασύροντας τους απανταχού της Ελλάδος ομηλίκους, οι οποίοι έδρασαν από κοινού ταχύτατα και άγρια με τρόπο που μπέρδεψε και πανικόβαλε αρχές και κοινωνία.

Εχει σημασία να αναγνωρίσουμε μια ψυχολογία διαποτισμένη από την συμβολική του θάνατου και της φωτιάς, ψυχολογία τέλους της θετικότητος που εξαπολύει μέσα μας σκοτεινές δυνάμεις και αναγωγικές. Βιώνουμε τον θάνατο εναγώνια και απελπισμένα, ενώ η φωτιά προβαίνει σαν σύμβολο καθαρτήριο και καταστροφικό. Εγκαταλελειμμένοι, νοιώθουμε ψυχικά νεκροί και ένοχοι σε μία διαρκή απειλή, παραπαίουμε μεταξύ εξαρτήσεως και αυταρκείας, οπότε φεύγουμε έντρομοι στην θέα του κόσμου και του εαυτού μας, καθώς η εσωτερική διάσπασι αφήνει τα ένστικτα ανεξέλεγκτα να μας κυκλώνουν σαν χάος.

Το αρνητικό περιεχόμενο του ψυχισμού που εδώ με απασχολεί έχει προϊστορία. Ο νεώτερος μηδενισμός γεννιέται όταν με τον Φίχτε ο Λόγος αρχίζη να παράγεται από ένα απόλυτο υποκείμενο του οποίου η άπειρη βούλησι ακυρώνει την αντικειμενική πραγματικότητα, που τόσο τιμούσε ο Διαφωτισμός. Πλέον ο άνθρωπος έχει χρέος να καταστρέψη όλες τις πεπερασμένες μορφές που τον χωριζουν από την ελευθερία του. Σκοπός της ζωής παύει να είναι η ευδαιμονία και γίνεται η απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, κάτι συνεπαγόμενο τον θάνατο του Θεού. Η εναντίωσι του απεριόριστου «θέλω» προς τον περιορισμό της Φύσης έκανε τον μηδενισμό ευπρόσδεκτο στην Ρωσία εν είδει εξεγέρσεως εναντίον τού τσαρικού δεσποτισμού και όλων των αθλιοτήτων που συντηρούσε και εξέτρεφε. Για τους αναρχικούς μηδενιστές τύπου Νετσάγιεφ, η τάξι ήταν έγκλημα, η καταστροφή δημιουργία και η τρομοκρατία αυτοσκοπός. Η κυριαρχία του αυτόνομου αισθήματος στην συνείδησι βρήκε πρόσφορο εδαφος στον αρνησίκοσμο μυστικισμό της Ορθοδοξίας και διά της αφιλαυτίας ανήγαγε το ένστικτο, σε υπέρλογο σκοπό.

Πέρα από τον μηδενισμό
Στην Ελλάδα ο μηδενισμός τούτος δεν είχε απήχησι. Το βάρος της τυποτελετουργικής θρησκευτικότητας δεν άφηνε περιθώρια στο αίσθημα να αναπτυχθή αυτοδύναμα, ενώ ο Διαφωτισμός δεν πέτυχε ισχυρή διεισδυτικότητα, για να ελευθερώση μαζί με το άτομο και την εσωτερική του ζωή. Μας κατέχει ένα αίσθημα υπερβατικού, με περιεχόμενο τον εαυτό του, αίσθημα το οποίο εσωτερικεύουμε σαν μελαγχολικό καημό, μας ωθεί δε σε ανοιχτή σύγκρουση με τον καθολικό λόγο του φυσικού κόσμου και του κρατικού θεσμού, για να μας συσπειρώσει στους δεσμούς τόπου (πατρίδα), αίματος (οικογένεια) και κοινής μοίρας (θρησκεία). Αφ’ ης στιγμής όμως με τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό η ανάπτυξι της ατομικότητας έκανε χωρητικότερη την συνείδησι και ικανή να έχη περιεχόμενο τη δική της θετικότητα ή το δικό της κενό, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ένα μεταχρονολογημένο ιθαγενή μηδενισμό. Αυτό αξίζει να το κρατήσωμε.

Πρόκειται για στοιχείο νευραλγικό, στην πνευματική αξιοποίησι του οποίου θα μπορούσε να στηριχθή ένας αξιόλογος νεοελληνικός πολιτισμός, του οποίου οι θεσμοί να υπολογίζουν και το αίσθημα, ώστε να μην απωθήται ως αγωνία εγκαταλείψεως αρνητικά. Ως γνωστόν η ανατολική χριστιανική παράδοσι αρνείται στον ασκητικό πυρήνα της τον πολιτισμό, αφού θέλει να σώζεται ο άνθρωπος εκτός κόσμου. Αντιθέτως η δυτική χριστιανοσύνη άρχισε τον 12ο αιώνα να συμφιλιώνεται με τον φυσικό κόσμο και να περιλαμβάνει στα μέσα για την εξύψωση του ανθρώπου τον παράγοντα του πολιτισμού. Με τον πολωτικό ψυχισμό που διαμορφώνει η εσχατολογική πίστι της Ορθοδοξίας, τα αισθήματα της υπερβατικής λυτρώσεως και η δίψα της θείας δικαιοσύνης τρέπονται εύκολα σε παράφορη αποκαλυπτική πεποίθησι που κάνει τον άνθρωπο υπερευαίσθητο με τον εαυτό του και τρυφερό με την καταστροφή. Το δείχνει το ρωσικό προηγούμενο του 19ου αιώνα και το απιρρωνύουν οι φωτιές των Αθηνών – μεταπολιτευτικό παραπροϊόν συνδυασμού ιδεολογικής ορμής και πνευματικής ένδειας, που συν τω χρόνω μετατράπηκε σε αγωνιώδες άρπαγμα από τον δικό του μακρόβιο επιθανάτιο ρόγχο.

πηγή: Καθημερινή 14/12/2008

-

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Freerunning

Ένα τραγούδι έψαχνα με την Ελεονώρα Ζουγανέλη, μια από τις ελπιδοφόρες νέες φωνές.
Ο στίχος δε λέει και πολλά, αλλά μου αρέσει η μουσική του και η ερμηνεία της.
Το βρήκα στο youtube να συνοδεύεται από ένα βίντεο που με έκανε να ανατριχιάσω...

Όχι ότι το freerunning (ή parkour στα Γαλλικά) είναι άγνωστο σπορ, αλλά μαζεμένες όλες οι ριψοκίνδυνες σκηνές και έτσι συνεχόμενες, με έκαναν να σκεφτώ διάφορα για τους ανθρώπους, τον τρόπο ζωής μας, τις τάσεις διαφυγής μέσα στα τσιμέντα, την αναζήτηση αδρεναλίνης που μας κάνει να αισθανόμαστε ζωντανοί...



Πληροφοριακά:
Τίτλος τραγουδιού: "Έλα",
Ερμηνεία: Ζουγανέλη Ελεονώρα & Μουζουράκης Πάνος
Μουσική: Κασιούρας Δημήτρης
Στίχοι: Μπαλτζή Σάννυ

Βίντεοκλιπ: christosonEMI

-