Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Ταξιδεύοντας


- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στον κόσμο και να μαζεύω σωρό τις φωτογραφίες στα ηλεκτρονικά μου μέσα αποθήκευσης, νομίζοντας ότι έτσι μπορώ να αιχμαλωτίσω τις στιγμές σε αναμνήσεις.
Οι αναμνήσεις είναι ένα αναμάσημα της ζωής με τη γνώση που έρχεται εκ των υστέρων, δίνοντας μια νέα αξιολόγηση και ανακατανομή στα κουτάκια ταξινόμησης και αποθήκευσης των εμπειριών μας.
Π.χ. κάτι που όσο το ζούμε μοιάζει αγωνιώδες, αγχωτικό και δύσκολο, όταν το θυμόμαστε (σώοι πια και αβλαβείς) μετατρέπεται σε μια συναρπαστική περιπέτεια (να μην αναφερθω και στις διαστάσεις που παίρνει όταν το διηγόμαστε)...

- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στα όνειρά μου*. Σε τόσο διαφορετικά μέρη με τόσο πρωτότυπα σενάρια, με πλήθος συναισθημάτων και αισθήσεων, που όταν ξυπνώ μου φαίνεται κάπως άγχρωμη η πραγματικότητα.


- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στις μορφές τέχνης, σε πίνακες, σε εικόνες ή σε παράξενες μουσικές όπως τούτη: Asura - Life²


- Κι άλλες φορές σε κείμενα και κυρίως στους ποιητές, όπως και σήμερα:




(¨Βιολί για Μονόχειρα¨, Τάσος Λειβαδίτης)









Κι ύστερα, ξανακλείνω τα μάτια κι επιστρέφω στην καθημερινότητα, κάπως αλλαγμένη όμως, κάπως διαφορετική.
Επειδή κάτι από αυτά τα ταξίδια κολλάει πάνω μου, εισέρχεται άθελα μου από τους πόρους του σώματός μου, μπαίνει και ταξιδεύει κι αυτό με τη σειρά του μέσα μου αναδεύοντας άλλους κόσμους.

Νομίζω πως αν θέλει κάποιος, υπάρχουν ένα σωρό τρόποι κι ένα σωρό κόσμοι να ταξιδεύει.
Λένε πως σημασία έχει το ταξίδι κι όχι ο σκοπός του ταξιδιού.
Δεν ξέρω τι έχει σημασία και γιατί έχει σημασία.

Θεωρώ το ¨ταξίδι¨, προσωπική μου ανάγκη, αμπούλα οξυγόνου που σκάει σαν μολότωφ για να βάλει φωτιά στα όσα προσπαθούν να μας επιβάλουν η συνήθεια και η ύπνωση (κυκλοφορούν ευρέως διαδεδομένες και σε τηλεοπτικά χάπια άμεσης κατανάλωσης).




(*Στη ζωή μου οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα, Νίκος Καζαντζάκης)

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Εμπυρία




"Και για να ελαχιστοποιήσουμε τη δυναστεία του νου στη μεγιστοποίηση της ανθρώπινης εμπειρίας, θα διαφέρει η θεωρία από την πράξη, η σκέψη από την εφαρμογή..."
Είπε ένας από τους θεούς χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι, θέτοντας το βέτο της ύπαρξης.


Κάπως έτσι ειπώθηκαν ή μήπως ανάποδα;
Δεν ξέρω, μη σας πάρω και στο λαιμό μου, μπερδεύτηκα...
Πρέπει να ξανανοίξω να συμβουλευτώ τα κιτάπια μου.


Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Ιδανικοί Δραπέτες



Άλλοι προσπαθούν να ξορκίσουν και να ξεγελάσουν
τον φόβο του Θανάτου
κι άλλοι τον φόβο της Ζωής.



 

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Σπαθίσματα κόψης κι όχι όψης


Πότε ξεφύτρωσε μέσα μου, ούτε κι εγώ η ίδια δεν κατάλαβα.

Ίσως να υπήρχε ανέκαθεν σα μωρό και να περίμενε μέχρι να έρθει η ώρα της να μεγαλώσει κάπως για να μην ντρέπεται να παρουσιαστεί.
Ίσως να είναι επίκτητη, απόρροια του πολυβασανισμού του μυαλού μου και της ατέρμονης προσπάθειας κατανόησης του υποκειμενικού τρόπου που προσλαμβάνει μετουσιώνει αποφασίζει και ενεργεί.
Ή ίσως αυτά τα πράγματα να φυτρώνουν έτσι ξαφνικά μέσα μας, χωρίς πώς και γιατί.

Όπως και να 'χει, οι εκδηλώσεις της Σπίθας-Αστραπής είναι πια καταγεγραμμένο εσωτερικό γεγονός και η ύπαρξή της αδιαμφισβήτητη.

Εκεί που όλα είναι μαύρα κατάμαυρα και αδιέξοδα, εκεί που παίζονται στο άμεσο μέλλον τα χειρότερα σενάρια και είσαι ο κεντρικός ηθοποιός στη σκηνή του χάους που χάσκει ολάνοιχτο μπροστά σου έτοιμο να σε καταπιεί σα μαύρη τρύπα χωρίς γυρισμό... εκεί αρκεί να κάνει ένα μικρό κλικ το μυαλό σου για να καταφτάσει επείγουσα καλεσμένη η απαστράπτουσα και φευγαλέα Σπίθα-Αστραπή.
Σου δηλώνει την παρουσία της κι αρχίζει να φλερτάρει μέσα σου με αυτό το κατασκεύασμα που λέγεται νους.
-Ει, πσιτ, θες να με ακολουθήσεις; Έχεις τόση τρέλα; Αντέχεις;
Κι εσύ το σκέφτεσαι και το μετράς.

Άλλες φορές είσαι κουρασμένος(*/η) και απογοητευμένος κι αντί για νεωτερισμούς προτιμάς τον σίγουρο δρόμο των συμπερασμάτων, των υπολογισμών, της πείρας και της ως τώρα ταξινομημένης σειριακής πορείας αλληλουχιών.
Κι άλλες φορές όχι. Λες μέσα σου ένα 'ε, και τι έγινε', πατάς τον μηδενισμό στο εσωτερικό σου κοντέρ και καβαλάς την αχτίνα της ανανεωμένος και φρέσκος. Αφήνεις πίσω σου μεμιάς τα πάντα, όπως όταν βγάζεις ένα ρούχο κι έτοιμος για μια νέα αρχή, δέχεσαι αυτοστιγμεί την πρότασή της.

Στο αρχαίο θέατρο θα είχε τον ορισμό "από μηχανής θεός". Ένας θεός όμως που κρύβουμε μέσα μας (σαν όλους τους άλλους θα μου πείτε, αλλά δεν είναι ώρα για τέτοια...).
Και δεν είναι μια δήθεν προσποίηση αλλαγής, ένα δημιούργημα πλαστό, ένα κάλυμμα, ένα καινούργιο σκαλοπάτι χτισμένο πάνω σε παλιά σκάλα.
Είναι, όντως, μια νέα κατάσταση, μια ξαφνική και στιγμιαία αναγέννηση με όσα σπιθίσματα φωτός μπορεί να κουβαλάει κάθε είδους αναγέννηση.

Γι αυτό την όρισα εικονικά και λεκτικά σαν Σπίθα-Αστραπή.
Κι αν μου πήρε χρόνο για να τη μετατρέψω σε λέξεις και να διαβαστεί, είναι κάτι στιγμιαίο, ένα φλας του χρόνου που σου δείχνει σε μια του αναλαμπή μια νέα πορεία.
Ή αυτοαναφλέγεσαι και την ακολουθείς εκείνη τη στιγμή σε μια παρόρμηση (παρέγκλιση, για να θυμηθούμε και τον Επίκουρο) ή χάνεται σχεδόν αμέσως μέσα στο δαίδαλο των πώς και αν και γιατί και όλων των άλλων συναφών με τα οποία την περικυκλώνει ο νους και την καταβροχθίζει.



(* όλα τα επίθετα, χάριν της γενίκευσης, αναφέρονται σε αρσενικό πρόσωπο)







Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Άσωτες Λέμβοι

 
Και μετά πέρασε κι εκείνος ο κύριος με τα παπούτσια-βάρκες. Σταμάτησε για πολλή ώρα κάνοντας διάφορα με το κινητό του, αλλά μόνο σα σηκώθηκε να φύγει, αποφάσισα να τον παρατηρήσω, και πέρα από το κουστούμι, τη χαλαρωμένη γραβάτα και τον δερμάτινο χαρτοφύλακά του, να εντυπωσιαστώ από τις βάρκες που φορούσε.

Ίσως να μην ήταν και τόσο εντυπωσιακό ένα τέτοιο γεγονός, ίσως να ήταν αποκλειστικά και μόνο η δική μου διάθεση που το μεγένθυνε και κόλλησε επάνω του με την πρωτόγνωρη έκπληξη μικρού παιδιού,
Κι ύστερα έφυγε κωπηλατώντας ολοταχώς εκείνος ο κύριος, χωρίς να προλάβω να βγάλω ούτε μια φωτογραφία του.


Λέγεται πως δεν ήταν απλώς βάρκες εκείνα που φορούσε, αλλά σωτήριες λέμβοι. Τον κρατούσαν ασφαλή από τις διακυμάνσεις θερμοκρασίας της ασφάλτου, από το τραχύ της σώμα κι από τα μικροαντικείμενα και πετραδάκια που απειλούσαν καθημερινά να πληγώσουν τα πολύτιμα πόδια του.
Τον κρατούσαν μακριά βέβαια κι απ' όλες τις αισθήσεις και τις εκπλήξεις που θα του πρόσφερε μια ποδοαφή με το περιβάλλον, αλλά δεν μπορούμε να τα 'χουμε κι όλα. Πρέπει να επιλέγουμε σε τι δίνουμε προτεραιότητα, τι είναι πιο σημαντικό για μας, τι θα πάρουμε και τι θα αφήσουμε. Εξ άλλου, τι θα 'λεγε κι ο κόσμος αν κυκλοφορούσε ξυπόλητος;

Λέγεται, επίσης, πως κάποια φορά σε ένα κατηφορικό πεζοδρόμιο, ο κύριος ξέχασε να πάρει τα ήνια της κωπηλασίας στα πόδια του και τα παπούτσια-βάρκες, ξεκίνησαν μόνα τους να παρασύρονται από το καθοδικό ρεύμα. Ο κόσμος ούτε που πρόσεχε ότι δεν περπατούσε αλλά τσουλούσε, νομίζοντας ότι φορά πατίνια ή καμιά επιδεικτική προηγμένη εφεύρεση και 'τι άλλο θα βγάλουν ακόμα' δεν είχε τη διάθεση και το χρόνο να ασχοληθεί.

Βλέπετε ήταν και νωρίς το πρωί κι όλοι νοιαζόταν μόνο πώς να καταφέρουν να ξυπνήσουν και να είναι εγκαίρως στη δουλειά τους. Κι ο κύριος, απασχολημένος πλήρως και πάλι, κοιτάζοντας την πονηρή κι όχι έξυπνη οθόνη του κινητού του, ούτε που πήρε χαμπάρι τη γλυκιά ζάλη της ακούσιας μετακίνησης.

Μα, τα παπούτσια δειλά στην αρχή, πιο σίγουρα αργότερα, ξεκίνησαν να κάνουν δοκιμές πλοήγησης και σαν είδαν ότι δεν τα εμποδίζει και δεν τα σταματά κανείς πήραν περίσσιο θάρρος. Άρχισαν να πηγαίνουν όπου ήθελαν, να στρίβουν, να κάνουν όπισθεν, σημειωτόν, στροφές επί τόπου, να διπλαρώνουν ενοχλητικά ένα ψηλοτάκουνο ζευγάρι κόκκινες γόβες που φορούσε μια περαστική κυρία και γενικά πήραν τον ολοκληρωτικό έλεγχο μιας ανεξέλεγκτης πορείας.

Όταν ο κύριος τελείωσε με την απόλυτη αφοσίωση στο κινητό του και σήκωσε τα μάτια για να ξαναποκτήσει επαφή με το περιβάλλον, βρέθηκε σε έναν άλλο δρόμο, εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα από εκεί που σταμάτησε αρχικά κι είχε σκοπό να κατευθυνθεί τελικά. Μπροστά του, απλωνόταν κατάφωτη, μια φαντασμαγορική βιτρίνα ενός επώνυμου και πανάκριβου καταστήματος παπουτσιών που εκείνη την στιγμή δεν τον ενδιέφερε καθόλου.

Όσο όμως κι αν προσπαθούσε να μετακινήσει τα πόδια του για να φύγει από εκείνο το μέρος δεν τα κατάφερνε. Εκείνα παρέμεναν πεισματικά κολλημένα στην ίδια θέση, λες και κοιτούσαν άφωνα και μαγεμένα όλα εκείνα τα μεγαλοπρεπή πρωτοποριακά και κομψά σχέδια και καλούπια πίσω από τη τζαμαρία που έριχνε ασταμάτητα επάνω τους μύριες σπίθες αντανάκλασης.

Ο κύριος, μετά από αρκετές μοναχικές άκαρπες προσπάθειες αλλαγής θέσης και μ' όλο το ξάφνιασμα του 'εκτός τόπου και χρόνου' που προηγήθηκε και προσπαθούσε ακόμα να καταπιεί αλογίκευτο, άρχισε να πανικοβάλεται και να ικετεύει για βοήθεια, κοιτώντας τριγύρω του και φωνάζοντας απελπισμένα πως έμεινε ξαφνικά παράλυτος. Το κινητό του ούτε που σκέφτηκε να το χρησιμοποιήσει για να καλέσει το 112.
Κόσμος μαζεύτηκε γύρω του, κάποιοι προσπαθούσαν να τον σηκώσουν στα χέρια τους ενώ άλλοι φώναζαν ότι δεν κάνει να τον μετακινήσουν κι έπρεπε να περιμένουν το ασθενοφόρο.

Και μόνο, όταν επιτέλους έφτασε το ασθενοφόρο κι έβαλαν όλοι μαζί, τραυματοφορείς και οι πιο γεροδεμένοι περαστικοί, ένα χεράκι για να βοηθήσουν στη μεταφορά του ασήκωτου, πετάχτηκαν τα πόδια του, λόγω αφόρητης πίεσης, έξω από τα παπούτσια και βρήκε επιτέλους ο κύριος την υγειά του και τα παπούτσια την πλήρη αυτονομία τους.

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

Σήμερα!

Mercedes Garcia Bravo

"Σ' αγαπώ,
θα τα πούμε αύριο"

Της άφηνε πάντα μικρά χρωματιστά χαρτάκια post it στο ψυγείο φεύγοντας για τη δουλειά του. Κάθε μέρα το ίδιο για ένα αύριο που δεν ερχόταν. Κι εκείνη τα έπαιρνε, τα έκανε σαΐτες και τα πετούσε από το μπαλκόνι για να βρουν τον δρόμο που τους έπρεπε.

Οι πρωινοί πεζοί που τα έβρισκαν να προσγειώνονται στα πόδια τους, τα περιμάζευαν και τα κρατούσαν νομίζοντας πως απευθυνόταν ειδικά σε αυτούς και ξαναπερνούσαν την επόμενη μέρα γεμάτοι περιέργεια γι' αυτό το αύριο.

Έτσι, σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, αύριο με το αύριο, αυξήθηκε η κίνηση του μικρού δρόμου (ιδίως τις πρωινές ώρες), τα συνοικιακά μαγαζάκια τριγύρω άρχισαν να έχουν περισσότερη πελατεία και γενικά ένα χαμόγελο ευφορίας άρχισε να απλώνεται πάνω από τη μικρή γειτονιά και την ευημερία που ήρθε με την αύξηση της επιχειρηματικότητας και των εισοδημάτων. Όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλύτερα κι όλοι ήταν περισσότερο ευχαριστημένοι, κόντρα στην γενικότερη κρίση της χώρας.
Γιάννης Μιγάδης

Μια και είχε τόση κίνηση, οι υπεύθυνοι του Δήμου, αποφάσισαν να επιδιορθώσουν τα σπασμένα πεζοδρόμια, να αλλάξουν με φωτεινότερες τις παλιές λάμπες του δρόμου, να φυτέψουν δέντρα, να βάλουν μερικά παγκάκια και καλλωπιστικές μεγάλες τσιμεντένιες γλάστρες με όμορφα λουλούδια στα καίρια σημεία για να αποφεύγεται το παράνομο παρκάρισμα και η παρεμπόδιση της κυκλοφορίας, να κάνουν ανάπλαση με στρώσιμο πλακών στον μικρό παράπλευρο πεζόδρομο, ενώ τα χαρτάκια-σαΐτες συνέχιζαν να πέφτουν στα πόδια των πεζών.

Μέχρι την ημέρα που εκείνη κατάλαβε ότι το αύριο αργούσε πάρα πολύ και δεν ήταν αύριο σε μονάδες ημέρας πια, αλλά είχε γίνει αύριο σε μονάδες βδομάδων, μηνών, χρόνων και ποιος ξέρει πόσο ακόμα...

Μαρία Πωπ
Έτσι, αποφάσισε να πετάξει τελείως ολόκληρο το ψυγείο και στην παγωμένη θέση του έβαλε μια μεγάλη άδεια κορνίζα. Μέσα στο κενό πλαίσιό της και πάνω στον τοίχο με τα σκονισμένα σημάδια, έγραψε με κόκκινο σπρέι ένα άτεχνο γκράφιτι με το χρώμα του να δακρύζει προς το πάτωμα.

Έπειτα κλείδωσε διπλά την πόρτα άνοιξε μια ομπρέλα και εξαφανίστηκε στον αέρα φορώντας ακόμα τη ρόμπα και τις παντόφλες της.

Μια και δεν ξαναπέρασε από εκείνη τη γειτονιά δεν έμαθε ποτέ τι απέγινε, αλλά οι πληροφορίες λένε ότι η ζωηρή κίνηση συνεχίστηκε για λίγο καιρό με μια λαχτάρα προσμονής κι ύστερα, σιγά-σιγά αραίωσαν οι πεζοί, μειώθηκαν οι πελάτες στα γύρω καταστήματα, κάποια ευκαιριακά μαγαζάκια αναγκάστηκαν να κλείσουν και η ζωή ξαναγύρισε στη συνηθισμένη μονοτονία της, εναρμονισμένη πια με το υπόλοιπο σύνολο της μιζέριας και της παντοειδούς κρίσης.

Μαρία Πωπ


Μόνο το γκράφιτι παρέμενε αναλλοίωτο, κάτω από τα αλλεπάλληλα στρώματα μπογιάς που περάστηκαν για να το καλύψουν:


"Το αύριο γεννιέται στο σήμερα,
σ' αυτό μόνο να με βρίσκεις"





Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Η Βασιλεία των Φτερών


Πρωινό Κυριακής.
Μουντό, υγρό και συννεφιασμένο.
Ο ουρανός θολός.
Πώς ταιριάζουν τόσο πολύ τα μέσα με τα έξω καμιά φορά!
Βγαίνω στο μπαλκόνι με ένα ζεστό τσάι και το τάμπλετ.
Κάτι μέσα μου βαριανασαίνει.
Βάζω να παίζει μια από τις μουσικές που έχω επιλέξει να ακούω (έθνικ τζαζ με ούτι).
Κοιτάζω γύρω τη σιωπηλή πόλη του πρωινού της αργίας.
Μόνο τα πουλιά μοιάζουν να μην έχουν αναπαμό.
Κοιτάζω πέρα από τις πολυκατοικίες τον θολό ορίζοντα.
Με τη φαντασία μου κάνω την ομίχλη του μια μεγάλη θάλασσα.

Μα δε μου φτάνει, ψάχνω στο ίντερνετ τα γνωστά μου απάγγεια.
Ευτυχώς που υπάρχει και η ποίηση για κάτι τέτοιες στιγμές, ευτυχώς, για να μπορούμε "να εγκαθιδρύουμε την αγνή βασιλεία των φτερών".



Τάκης Βαρβιτσιώτης, 'Μονάχα με την ποίηση'

Μονάχα με την ποίηση
Δε θα χαθούν ποτέ
Τα μεγάλα ιστιοφόρα της αυγής
Ούτε τα φώτα ούτε η χαρά
Ούτε τα δέντρα ούτε η νύχτα
 Μονάχα με την ποίηση
Θα ‘μαστε ακόμα ικανοί
Να βλέπουμε και ν’ αγαπούμε
Να ονομάζουμε τα πράγματα
Με τις πιο καθημερινές λέξεις
Να λέμε το ψωμί ψωμί τη σκάφη σκάφη
Και μ’ ένα βλέμμα να οδηγούμαστε
Σε μιαν αλήθεια οριστική
Μονάχα με την ποίηση
Θα μεγαλώσουνε τα στάχυα
Και τα στήθη των κοριτσιών
Το ποτάμι θ’ απομείνει ποτάμι
Η θάλασσα θάλασσα
Κι ο ουρανός ουρανός
Μονάχα με την ποίηση
Θ’ ανακαλύψουμε ξανά τ’ αστέρια
Μέσα στις καπνοδόχες
Κι όλη τη θλίψη που ενδημεί
Στο βάθος των ματιών
Και θα μπορέσουμε να ξαναβρούμε
Το γενέθλιο χωριό μας
Παραχωμένο μες στα χιόνια
Μονάχα με την ποίηση
Θ’ ανακαλύψουμε ξανά τον έρωτα
Και πατώντας από κλωνί σε κλωνί
Κι από ελπίδα σ’ ελπίδα
Θα εγκαθιδρύσουμε
Την αγνή βασιλεία των φτερών

(Από τη συλλογή Καλειδοσκόπιο)

 Οι πίνακες είναι της Κατερίνας Γεωργαντά          





[Από τους 3 πίνακες που επέλεξα, ο πρώτος μου φαίνεται εξαιρετικός με βάθος. Οι δύο υπόλοιποι είναι πιο επιφανειακοί, με τον τρίτο λίγο καλύτερο από τον δεύτερο.]

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

Το Πείραμα




Υπάρχουν ιστότοποι που έχω γίνει μέλος και που μετά από τις καταστροφές δίσκου και ξαναπέρασμα γουίντοους κλπ, έχω ξεχάσει εντελώς ακόμη και την ύπαρξή τους.

Έναν τέτοιο αξιόλογο και ξεχασμένο (academia.edu) ξαναβρήκα σήμερα και κατέβασα το βιβλίο της Ελένης Κονδύλη-Μπασούκου, με την ποίηση του Άδωνη, από όπου και η εικόνα του ποιήματος.

[Όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου της, ο ίδιος ο ποιητής της είχε χαρίσει τη συλλογή (στους Δελφούς), με αφορμή να ασχοληθεί με τη μετάφρασή της από το πρωτότυπο αραβικό κείμενο.]


Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

Χαστούκια Ζωής


Τα μικρά παιδιά, λέει, αδυνατούν να ξεχωρίσουν την φαντασία από την πραγματικότητα.

Το ίδιο παθαίνουν κι αυτοί που ονειρεύονται πολύ και ζουν σε ολόκληρους άλλους κόσμους, που υπάρχουν μόνο μέσα στο μυαλό τους.
Φτάνει η στιγμή που μπερδεύουν το φανταστικό με το πραγματικό.

Κι έρχεται η ζωή και τους πιάνει και τους ταρακουνάει γερά για να ξυπνήσουν κι όταν χρειαστεί, ρίχνει και τις άσχημες κατραπακιές της μήπως και συνέλθουν.


Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Χωματένια Όραση


Διαβάζω σήμερα στο σάιτ του Λιαντίνη:

«Ο περήφανος και ο τίμιος άνθρωπος θα ζητήσει την εσχατιά της αλήθειας, 
παρότι υποψιάζεται ότι το φως της θα τυφλώσει τη χωματένια του όραση.»
Δημήτρης Λιαντίνης – "Τα Ελληνικά"




Δε νομίζω να υπάρχει άλλος δρόμος για όποιον θέλει πραγματικά να εξελίσσεται σαν ύπαρξη.
Και ποια είναι η αλήθεια θα ρωτήσει κανείς και πώς την ξεχωρίζουμε από τους χρωματισμούς που της δίνουν οι υποκειμενισμοί μας ή οι υπαγορεύσεις άλλων;
Πιστεύω ότι την αναγνωρίζουμε μοναδικά, με αλάνθαστα εσωτερικά κριτήρια, όση από αυτήν επιτρέψει η αντίληψή μας να ελευθερωθεί κάθε φορά.





The Ocean says:
Quit pretending to be clear.
That pretense keeps you
from receining what I can give.
(Rumi)




Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Υπνωτικά Χάπια


Self-taught artist: El Gato Chimney



Μακάριοι όσοι ζουν στο Παραμύθι τους.
Μακαριότεροι όσοι καταφέρνουν να ξεφύγουν απ' αυτό.




Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Επτά Δεκάτου

Ούτε καν που ακουγόταν ο παφλασμός των κυμάτων, ούτε το φύσημα του αέρα, ούτε καν εκείνο το περίεργο βουητό της πτήσης. Πάνω από τους πολυκύμαντους ωκεανούς και τις ευκολοδιάβατες κοιλάδες κι οροσειρές του Google map, ο δείκτης του ποντικιού, ταξίδευε ανάλαφρα και ταχύτατα για να καταλήξει σε εκείνο το σχετικά όμορφο σημείο του κόσμου.
Η προσγείωση, ομαλή και χωρίς απρόοπτα, επιτεύχθηκε με ένα γρήγορο και κεντραρισμένο zoom in.
Ωστε εδώ έμενε αυτή η κουκίδα του σύμπαντος λοιπόν.

Τα πρωτοσέλιδα δεν έγραφαν τίποτα σχετικό για το αν θα απείχε και σήμερα από το ζειν. Οι δημοσιογράφοι περίμεναν υπομονετικά για ώρες έξω από την πόρτα της, μια τέτοια σημαντική ημέρα. Οι κάμερες στους τρίποδες είχαν ρυθμιστεί για πανοραμική άποψη από υψηλότερο επίπεδο. Θα φαινόταν μόνο η κορυφή του κεφαλιού της. Αυτό το ανθρώπινο όργανο, το απαύγασμα της ύπαρξης και του σημερινού πολιτισμού.
Κάποιος θα της ζητούσε να κοιτάξει ψηλά και τότε, μέσα από την οργιώδη έκρηξη πυροτεχνημάτων, κάτω από το άνοιγμα των ουρανών, οι κάμερες θα είχαν το προνόμιο της αποκλειστικής πρώτης live μετάδοσης του αναμενόμενου θαύματος.

Ανύποπτη εκείνη για όλα αυτά, άνοιξε το έξυπνο κινητό της. Αγνόησε τα μηνύματα που είχαν αρχίσει να μαζεύονται και επικεντρώθηκε σε μια εικόνα που είχε σώσει:





Ταυτόχρονα με την προβολή της εικόνας, άρχισε να χτυπά δαιμονισμένα ένα μη ανιχνεύσιμο σύστημα συναγερμού, επιστρατεύοντας τους νόμους  του σύμπαντος περί καταπάτησης προσωπικών δεδομένων, που επέβαλαν το άμεσο, και υποχρεωτικό zoom out της απομάκρυνσης πέρα από τα προσωπικά όρια τής, σαν σήμερα επισκέπτριας για πρώτη φορά στη γη, κουκίδας...