Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Άσωτες Λέμβοι

 
Και μετά πέρασε κι εκείνος ο κύριος με τα παπούτσια-βάρκες. Σταμάτησε για πολλή ώρα κάνοντας διάφορα με το κινητό του, αλλά μόνο σα σηκώθηκε να φύγει, αποφάσισα να τον παρατηρήσω, και πέρα από το κουστούμι, τη χαλαρωμένη γραβάτα και τον δερμάτινο χαρτοφύλακά του, να εντυπωσιαστώ από τις βάρκες που φορούσε.

Ίσως να μην ήταν και τόσο εντυπωσιακό ένα τέτοιο γεγονός, ίσως να ήταν αποκλειστικά και μόνο η δική μου διάθεση που το μεγένθυνε και κόλλησε επάνω του με την πρωτόγνωρη έκπληξη μικρού παιδιού,
Κι ύστερα έφυγε κωπηλατώντας ολοταχώς εκείνος ο κύριος, χωρίς να προλάβω να βγάλω ούτε μια φωτογραφία του.


Λέγεται πως δεν ήταν απλώς βάρκες εκείνα που φορούσε, αλλά σωτήριες λέμβοι. Τον κρατούσαν ασφαλή από τις διακυμάνσεις θερμοκρασίας της ασφάλτου, από το τραχύ της σώμα κι από τα μικροαντικείμενα και πετραδάκια που απειλούσαν καθημερινά να πληγώσουν τα πολύτιμα πόδια του.
Τον κρατούσαν μακριά βέβαια κι απ' όλες τις αισθήσεις και τις εκπλήξεις που θα του πρόσφερε μια ποδοαφή με το περιβάλλον, αλλά δεν μπορούμε να τα 'χουμε κι όλα. Πρέπει να επιλέγουμε σε τι δίνουμε προτεραιότητα, τι είναι πιο σημαντικό για μας, τι θα πάρουμε και τι θα αφήσουμε. Εξ άλλου, τι θα 'λεγε κι ο κόσμος αν κυκλοφορούσε ξυπόλητος;

Λέγεται, επίσης, πως κάποια φορά σε ένα κατηφορικό πεζοδρόμιο, ο κύριος ξέχασε να πάρει τα ήνια της κωπηλασίας στα πόδια του και τα παπούτσια-βάρκες, ξεκίνησαν μόνα τους να παρασύρονται από το καθοδικό ρεύμα. Ο κόσμος ούτε που πρόσεχε ότι δεν περπατούσε αλλά τσουλούσε, νομίζοντας ότι φορά πατίνια ή καμιά επιδεικτική προηγμένη εφεύρεση και 'τι άλλο θα βγάλουν ακόμα' δεν είχε τη διάθεση και το χρόνο να ασχοληθεί.

Βλέπετε ήταν και νωρίς το πρωί κι όλοι νοιαζόταν μόνο πώς να καταφέρουν να ξυπνήσουν και να είναι εγκαίρως στη δουλειά τους. Κι ο κύριος, απασχολημένος πλήρως και πάλι, κοιτάζοντας την πονηρή κι όχι έξυπνη οθόνη του κινητού του, ούτε που πήρε χαμπάρι τη γλυκιά ζάλη της ακούσιας μετακίνησης.

Μα, τα παπούτσια δειλά στην αρχή, πιο σίγουρα αργότερα, ξεκίνησαν να κάνουν δοκιμές πλοήγησης και σαν είδαν ότι δεν τα εμποδίζει και δεν τα σταματά κανείς πήραν περίσσιο θάρρος. Άρχισαν να πηγαίνουν όπου ήθελαν, να στρίβουν, να κάνουν όπισθεν, σημειωτόν, στροφές επί τόπου, να διπλαρώνουν ενοχλητικά ένα ψηλοτάκουνο ζευγάρι κόκκινες γόβες που φορούσε μια περαστική κυρία και γενικά πήραν τον ολοκληρωτικό έλεγχο μιας ανεξέλεγκτης πορείας.

Όταν ο κύριος τελείωσε με την απόλυτη αφοσίωση στο κινητό του και σήκωσε τα μάτια για να ξαναποκτήσει επαφή με το περιβάλλον, βρέθηκε σε έναν άλλο δρόμο, εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα από εκεί που σταμάτησε αρχικά κι είχε σκοπό να κατευθυνθεί τελικά. Μπροστά του, απλωνόταν κατάφωτη, μια φαντασμαγορική βιτρίνα ενός επώνυμου και πανάκριβου καταστήματος παπουτσιών που εκείνη την στιγμή δεν τον ενδιέφερε καθόλου.

Όσο όμως κι αν προσπαθούσε να μετακινήσει τα πόδια του για να φύγει από εκείνο το μέρος δεν τα κατάφερνε. Εκείνα παρέμεναν πεισματικά κολλημένα στην ίδια θέση, λες και κοιτούσαν άφωνα και μαγεμένα όλα εκείνα τα μεγαλοπρεπή πρωτοποριακά και κομψά σχέδια και καλούπια πίσω από τη τζαμαρία που έριχνε ασταμάτητα επάνω τους μύριες σπίθες αντανάκλασης.

Ο κύριος, μετά από αρκετές μοναχικές άκαρπες προσπάθειες αλλαγής θέσης και μ' όλο το ξάφνιασμα του 'εκτός τόπου και χρόνου' που προηγήθηκε και προσπαθούσε ακόμα να καταπιεί αλογίκευτο, άρχισε να πανικοβάλεται και να ικετεύει για βοήθεια, κοιτώντας τριγύρω του και φωνάζοντας απελπισμένα πως έμεινε ξαφνικά παράλυτος. Το κινητό του ούτε που σκέφτηκε να το χρησιμοποιήσει για να καλέσει το 112.
Κόσμος μαζεύτηκε γύρω του, κάποιοι προσπαθούσαν να τον σηκώσουν στα χέρια τους ενώ άλλοι φώναζαν ότι δεν κάνει να τον μετακινήσουν κι έπρεπε να περιμένουν το ασθενοφόρο.

Και μόνο, όταν επιτέλους έφτασε το ασθενοφόρο κι έβαλαν όλοι μαζί, τραυματοφορείς και οι πιο γεροδεμένοι περαστικοί, ένα χεράκι για να βοηθήσουν στη μεταφορά του ασήκωτου, πετάχτηκαν τα πόδια του, λόγω αφόρητης πίεσης, έξω από τα παπούτσια και βρήκε επιτέλους ο κύριος την υγειά του και τα παπούτσια την πλήρη αυτονομία τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: